1.-
Hablaste de mi paz
te gusta mi paz
me conmuevo
tu intención, tan pura
al buscarte me pierdo
en el maya
mi paz, se da sola
en vano se busca en medio de la ansiedad
cuando aparece tiene su propia luz
y su perplejidad
observarla
es la belleza del asombro.
*
Μίλησες για την ηρεμία μου
σου αρέσει η ηρεμία μου
συγκινούμαι
η πρόθεσή σου,τόσο καθαρή
ψάχνοντάς σε χάνομαι
μέσα στις μαργαρίτες
η ηρεμία μου,μόνη της έρχεται
μάταια αναζητείται στο μέσο της αγωνίας
κι όταν εμφανίζεται έχει το δικό της φως
και την πολυπλοκότητά της
παρατήρησέ την
είναι η ομορφιά της έκπληξης.
2.-
Insomnio (II)
Tienes la verdad adherida en los párpados
atascada en la conciencia
rodando por tus temporales
la noche es enorme masa oscura
lento cuadrúpedo que camina
hermana de la nada
o más bien
es la deliciosa escarcha
de mi murmullo interno
pulsando por salir
la noche, apretada, ansiosa
tierna o volátil
amiga de la soledad.
*
Αϋπνία
Έχεις την αλήθεια σφαλισμένη στα βλέφαρα
κολλημένη στη συνείδηση
γυροφέρνοντας τις μέρες σου
η νύχτα μια τεράστια σκούρα μάζα
αργό τετράποδο που προχωρά
αδερφή του τίποτα
ή καλύτερα
είναι η απαλή πάχνη
της εσωτερικής μου φωνής
που πάλλεται για να βγει
η νύχτα ,πιεσμένη,αγωνιώδης
στοργική ή ποιητική
φίλη της μοναξιάς.
3.-
No sé si me condeno desde ahora o desde siempre
no sé desde cuántas vidas
queriendo volar
y temiendo el vuelo
tantos se han marchado,
encantos se han extinguido
la vida es un vuelo de adioses itinerantes
mis alas están deshilachadas
¿me prestas unas?
*
Δεν ξέρω αν κατηγορώ τον εαυτό μου από τώρα ή από πάντα
Δεν ξέρω από πόσες ζωές
θέλησα να πετάξω
και φοβηθηκα το πέταγμα
τόσες χάθηκαν
εξαφανίστηκαν τα θέλγητρα
η ζωή είναι ένα πέταγμα από περιπλανώμενα αντίο
τα φτερά μου είναι ξεφτισμένα
μου δανείζεις μερικά;
4.-
¿Quién me ata con éstas sogas?
¿quién tejió la calamidad de mil amaneceres,
vida tras vida?
quién anuda un movimiento tras otro,
aprieta sistemáticamente
para reforzar clavado en la tierra,
mi desasosiego
martillando alternadamente,
esclavizando almas
sólo pido caminar
sobre mis propios pies
ver mis alas.
*
Ποιός με δένει με τούτα τα σχοινιά;
Ποιός ύφανε την συμφορά χίλιων απαρχών,
μια ζωή μετά την άλλη;
Ποιός προσθέτει μια κίνηση στην άλλη,
πιέζει συστηματικά
για να δυναμώσει καρφωμένη στη γη,
την αναταραχή μου
σφυροκοπώντας ακατάπαυστα
σκλαβώνοντας ψυχές
μόνο να προχωρώ ζητώ
με τα δικά μου πόδια
να βλέπω τα φτερά μου.
5.-
Qué ironía
cuando en horas hinchadas
colmadas de palabras digitales,
me afano en tu búsqueda
orbito en tus experticias amorosas
cargadas de paciencia,
me pierdo en la espera de un mañana ignoto
qué ironía
cuando más elucubro
en el roce de tu piel
te vuelves más esquivo,
más inaccesible
y, qué ironía
cuando cierro mis aldabas
y paso cerrojo
apareces
con ojos despabilados
con mirada mansa,
entonces
te advierto, me hundo
me ato.
*
Τι ειρωνεία
όταν σε ώρες διογκωμένες
μπουχτισμένες με ψηφιακές λέξεις,
μοχθώ με την αναζήτησή σου
περιστρέφομαι στην τροχιά της ερωτικής σου εμπειρογνωμοσύνης,
γεμάτη υπομονή
χάνομαι στην αναμονή ενός άγνωστου μέλλοντος
Τι ειρωνεία
όταν στοχάζομαι
το άγγιγμα του δέρματος σου
γίνεσαι πιο φευγάτος,
πιο απρόσιτος
Και τι ειρωνεία
όταν κλείνω τα ρόπτρα
και κλειδαμπαρώνω
εμφανίζεσαι
με ξάγρυπνη ματιά ,
με ήρεμη ματιά
τότε
σε προειδοποιώ,βυθίζομαι
δεσμεύομαι.
***