1-
Mi Isla
Yo mi isla
la llevo en el bolsillo
para los días desesperados.
La llamo por su nombre
y espero que el viento me traiga
el olor de las olas.
Lleno mis zapatos de arena
y soplo en cada agujero que aparece
un caracol que canta y me trae vibraciones de música cubana.
Mi corazón está lleno de aguas que danzan
de truenos que mueven la cintura,
los hombros, las caderas
y de huracanes con sangre ligera
que acarician mi cuerpo
con la inquietud del sinsonte
cuando ve desde el monte
el sol cojeando que se sienta
detrás de las nubes grises.
*
Το νησί μου
Εγώ το νησί μου
το κουβαλώ στη τσέπη μου
για τις απέλπιδες μέρες.
Το καλώ με τ’ όνομά του
κι εύχομαι ο αέρας να μου φέρει
τη μυρωδιά των κυμάτων.
Γεμίζω τα παπούτσια μου με άμμο
και φυσώ σε κάθε τρύπα που εμφανίζεται
ένα σαλιγκάρι που τραγουδά και μου φέρνει
λικνίσματα κουβανέζικης μουσικής.
Η καρδιά μου γεμίζει με νερά που χορεύουν,
με βροντές που σείουν τη μέση,
τους ώμους,τους γοφούς
και με τυφώνες αλαφροαίματους
που χαϊδεύουν το κορμί μου
με την ανησυχία του πολύγλωσσου μίμου,
που βλέπει από το βουνό
τον ήλιο χωλό να κάθεται
πίσω από το γκρίζα σύννεφα.
2.-
Basta un suspiro
Se siente fuerte el ruido del alma,
anticipado del canto breve
de la noche que rescata
la última estrella.
Se duerme la noche sin apagar
ciclones presos
donde escapan recuerdos ilesos,
sacudidos de silencios migratorios,
empujados en un promontorio
de sueños que levantan la mañana.
No quisiera ser la mujer que habla
de su tierra lejana,
presentando la sonrisa como escudo.
No quiero vivir de simulacros,
en una versión de mi "sacrificada".
Quiero mostrar mi yo como la fuente
y contarle a la gente
del nido donde crecí como préstamo
del arte musical que hoy borra
las aguas torrenciales del comienzo.
Quiero mostrar la sangre
que muerde mi sangre
cuando corre por las venas
con la bandera de esa isla que se queda
tatuada en la piel y dibuja
el velero fugaz de la distancia.
Quiero mostrar la sed que devuelve cicatrices que me invitan a dormir al lado de una infancia que no se despierta.
*
Αρκεί ένας αναστεναγμός
Αισθάνεται δυνατός ο ήχος της ψυχής,
προτού το μικρό τραγούδι
της νύχτας που διασώζει
το τελευταίο αστέρι.
Κοιμάται η νύχτα χωρίς να σβήνει
ανεμοστρόβιλους φυλακισμένους
όπου λιγοστές άθικτες μνήμες διαφεύγουν,
ταραγμένες από μεταναστευτικές σιωπές,
σπρωγμένες σε ένα ακρωτήριο
ονείρων που ανατέλλουν το πρωινό.
Δεν θα ήθελα να είμαι η γυναίκα που μιλά
για την μακρινή της γη,
με το χαμόγελο σαν ασπίδα.
Δεν θέλω να ζω με προσομοιώσεις
σε μια εκδοχή του εαυτού μου σαν "θυσία".
Θέλω να δείξω τον εαυτό μου σαν την πηγή
και να διηγηθώ στους ανθρώπους
για την φωλιά που μεγάλωσα σαν δάνειο
της μουσικής τέχνης που σήμερα σβήνει
τα χειμαρρώδη νερά της αρχής.
Θέλω να δειξω το αίμα
που δαγκώνει το αίμα μου
όταν κυλά στις φλέβες
με την σημαία αυτού του νησιού
να παραμένει σαν τατού στο δέρμα
και να σχεδιάζει το φευγαλέο ιστιοφόρο της απόστασης.
Θέλω να δείξω την δίψα που επιστρέφει ουλές
πού με καλούν να κοιμάμαι
πλάι σε μια παιδικότητα που δεν ξυπνά.
3.-
Canto de nostalgias
Canto la canción del arado,
del sinsonte enamorado,
de la niñez descalza y pura,
de la fruta que madura
al ritmo de son y música cubana.
Canto para mi tierra lejana,
yo heredera triste de nostalgias
en un mundo de neblina
y de palabras frías
en el que un emigrado camina
sin saber donde queda su casa.
*
Τραγούδι στην νοσταλγία
Τραγουδώ το τραγούδι του οργώματος,
του ερωτευμένου μίμου,
της ξυπόλυτης και καθαρής παιδικότητας,
των φρούτων που ωριμάζουν
στον ρυθμό του ήχου και της κουβανέζικης μουσικής.
Τραγουδώ για την μακρινή μου χώρα,
εγώ λυπημένη κληρονόμος της νοσταλγίας
σ’ένα κόσμο ομίχλης
και παγερών λέξεων,
όπου ο μετανάστης περπατά
χωρίς να ξέρει που βρίσκεται το σπίτι του.
***
No hay comentarios:
Publicar un comentario